Ένα τραπέζι, μια καρέκλα κι ένα αστέρι
απόψε κάποιος θα καθίσει εκεί να πιει.
Ποιον δε συγχώρησε, ποιον χώρισε, ποιος ξέρει;
Τ’ άδειο τ’ απέναντι κι αυτόν θα καταπιεί.
Προχτές Αιγάλεω, απόψε Περιστέρι.
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
Ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ;
Τι είν’ αυτά που φέρνει ο χρόνος κι απορεί;
Ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ;
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
Συντροφιά ζητάει κι ο πόνος σοβαρή.
Τι είν’ αυτά που φέρνει ο χρόνος κι απορεί;
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
Ένα τραπέζι, μια καρέκλα κι ένα χέρι,
που την κατέβασε ως τον Άδη τη γουλιά
την πεθαμένη του καρδιά να συνεφέρει,
να της χαϊδέψει όπως τότε τα μαλλιά.
Προχτές Αιγάλεω, απόψε Περιστέρι.
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
Ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ;
Τι είν’ αυτά που φέρνει ο χρόνος κι απορεί;
Ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ;
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
Συντροφιά ζητάει κι ο πόνος σοβαρή.
Τι είν’ αυτά που φέρνει ο χρόνος κι απορεί;
Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί;
|
Έna trapézi, mia karékla ki éna astéri
apópse kápios tha kathísi eki na pii.
Pion de sigchórise, pion chórise, pios kséri;
T’ ádio t’ apénanti ki aftón tha katapii.
Prochtés Egáleo, apópse Peristéri.
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
Pios to zítage epimónos to varí;
Ti in’ aftá pu férni o chrónos ki apori;
Pios to zítage epimónos to varí;
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
Sintrofiá zitái ki o pónos sovarí.
Ti in’ aftá pu férni o chrónos ki apori;
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
Έna trapézi, mia karékla ki éna chéri,
pu tin katévase os ton Άdi ti guliá
tin pethaméni tu kardiá na sineféri,
na tis chaidépsi ópos tóte ta malliá.
Prochtés Egáleo, apópse Peristéri.
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
Pios to zítage epimónos to varí;
Ti in’ aftá pu férni o chrónos ki apori;
Pios to zítage epimónos to varí;
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
Sintrofiá zitái ki o pónos sovarí.
Ti in’ aftá pu férni o chrónos ki apori;
Pios antéchi apópse mónos, pios bori;
|