Την παλιά ζωή μου πέταξα
στη φωτιά σου και την έκαψα
από σένανε κρατήθηκα
νιώθω πως ξαναγεννήθηκα
και πετώ ξανά στα σύννεφα
βρήκα αυτό που χρόνια γύρευα σώθηκα
Μες τα μάτια σου που λάτρεψα
την αγάπη ανακάλυψα
βρήκα χώρο στον παράδεισο
και το μαύρο μου πουκάμισο
να τ’ αλλάξω τώρα μπόρεσα
το χρωματιστό μου φόρεσα, σώθηκα
Και ταξιδεύουμε εκεί που το λέμε αδύνατο
μ’ ένα λευκό της αγάπης ποδήλατο
Με τη πρώτη παραδόθηκα
και ολόκληρος σου δόθηκα
κάνω σχέδια και όνειρα, σώθηκα
και τα βλέπω όλα αλλιώτικα
και τα βλέπω όλα ρόδινα
θαλασσιά λευκά και κόκκινα σώθηκα
Την παλιά ζωή μου πέταξα
στη φωτιά σου και την έκαψα
κλείνω πόρτες και παράθυρα
σ’ ένα κόσμο που δεν άντεχα
στην αγάπη σου γαντζώθηκα
κι απ’ το τίποτα νεκρώθηκα, σώθηκα
|
Tin paliá zoí mu pétaksa
sti fotiá su ke tin ékapsa
apó sénane kratíthika
niótho pos ksanagenníthika
ke petó ksaná sta sínnefa
vríka aftó pu chrónia gireva sóthika
Mes ta mátia su pu látrepsa
tin agápi anakálipsa
vríka chóro ston parádiso
ke to mavro mu pukámiso
na t’ allákso tóra bóresa
to chromatistó mu fóresa, sóthika
Ke taksidevume eki pu to léme adínato
m’ éna lefkó tis agápis podílato
Me ti próti paradóthika
ke olókliros su dóthika
káno schédia ke ónira, sóthika
ke ta vlépo óla alliótika
ke ta vlépo óla ródina
thalassiá lefká ke kókkina sóthika
Tin paliá zoí mu pétaksa
sti fotiá su ke tin ékapsa
klino pórtes ke paráthira
s’ éna kósmo pu den ántecha
stin agápi su gantzóthika
ki ap’ to típota nekróthika, sóthika
|