Τι φωτιά είν’ αυτή, μεγάλη,
που ‘χω απόψε στο κεφάλι,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να μου τη σβήσει,
να του δω, να του δώσω ό,τι ζητήσει,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να μου τη σβήσει,
να του δω, να του δώσω ό,τι ζητήσει.
Θέλω απόψε να μπορούσα,
μια γυ- γυναίκα να ξεχνούσα,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να με γιατρέψει,
κι ό,τι νιώ- κι ό,τι νιώθω να μαντέψει,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να με γιατρέψει,
κι ό,τι νιώ- κι ό,τι νιώθω να μαντέψει.
Τι φωτιά είν’ αυτή, μεγάλη,
που ‘χω απόψε στο κεφάλι,
απορώ, απορώ κι αναρωτιέμαι,
στη ζωή, στη ζωή μου πως κρατιέμαι,
απορώ, απορώ κι αναρωτιέμαι,
στη ζωή, στη ζωή μου πως κρατιέμαι.
|
Ti fotiá in’ aftí, megáli,
pu ‘cho apópse sto kefáli,
pios bori, pios bori na mu ti svísi,
na tu do, na tu dóso ó,ti zitísi,
pios bori, pios bori na mu ti svísi,
na tu do, na tu dóso ó,ti zitísi.
Thélo apópse na borusa,
mia gi- gineka na ksechnusa,
pios bori, pios bori na me giatrépsi,
ki ó,ti nió- ki ó,ti niótho na mantépsi,
pios bori, pios bori na me giatrépsi,
ki ó,ti nió- ki ó,ti niótho na mantépsi.
Ti fotiá in’ aftí, megáli,
pu ‘cho apópse sto kefáli,
aporó, aporó ki anarotiéme,
sti zoí, sti zoí mu pos kratiéme,
aporó, aporó ki anarotiéme,
sti zoí, sti zoí mu pos kratiéme.
|