Ταξιδεύω μ’ ένα κλωνί βασιλικό σε ένα τόπο ονειρικό
Ταξιδεύω με του Ομήρου τη χορδή στης εποχής μου τη βουή
Σε σαπισμένες πολιτείες, σ’ αδειασμένες αγορές και σε συντρίμμια με φωτιές
Ταξιδεύω μες στα πελάγη τ’ ανοιχτά με τον Ελύτη και το Γκάτσο συντροφιά
Ταξιδεύω στης εποχής μας τη φθορά με τον καημό του Μακρυγιάννη στη ματιά
Μέσα στου κόσμου τη μανία, στης οικουμένης την αναρχία,
με την καρδιά μου δεμένη στα σκοινιά
Ταξιδεύω μ’ έναν αγέρα κάποιας νιότης περασμένης στα μαλλιά
Ταξιδεύω με την Ελλάδα κι ένα φως που διαρκώς με κυνηγά
Ταξιδεύω με την Ελλάδα κι ένα φως που διαρκώς με κυνηγά
|
Taksidevo m’ éna kloní vasilikó se éna tópo onirikó
Taksidevo me tu Omíru ti chordí stis epochís mu ti vuí
Se sapisménes polities, s’ adiasménes agorés ke se sintrímmia me fotiés
Taksidevo mes sta pelági t’ anichtá me ton Elíti ke to Gkátso sintrofiá
Taksidevo stis epochís mas ti fthorá me ton kaimó tu Makrigiánni sti matiá
Mésa stu kósmu ti manía, stis ikuménis tin anarchía,
me tin kardiá mu deméni sta skiniá
Taksidevo m’ énan agéra kápias niótis perasménis sta malliá
Taksidevo me tin Elláda ki éna fos pu diarkós me kinigá
Taksidevo me tin Elláda ki éna fos pu diarkós me kinigá
|