Μεσάνυχτα το ρόλο σου προβάρεις στον καθρέπτη,
σε έργο δίχως όνομα και δίχως σκηνοθέτη.
Χαράματα υπνοβατείς στους δρόμους της Αθήνας,
ξέμπαρκος που κοιμήθηκε στο στήθος μιας σειρήνας.
Άσε τις κάργιες να ρωτάνε τι ζητάς,
παιδί του ανέμου και της μοναξιάς.
Στο κύμα χόρεψε και άδραξε το φως,
όλα μια χίμαιρα και όλα ένας θεός.
Η μνήμη ταξιθέτρια στο θέατρο της αμάχης,
μ’ ένα φακό στα σκοτεινά σέρνει τα βήματά της.
Ποιος ξέρει αν θ’ ανταμώσουμε στην Έξοδο Ονείρου,
με τον ανθό του μηδενός και το κρασί του απείρου
|
Mesánichta to rólo su prováris ston kathrépti,
se érgo díchos ónoma ke díchos skinothéti.
Charámata ipnovatis stus drómus tis Athínas,
ksébarkos pu kimíthike sto stíthos mias sirínas.
Άse tis kárgies na rotáne ti zitás,
pedí tu anému ke tis monaksiás.
Sto kíma chórepse ke ádrakse to fos,
óla mia chímera ke óla énas theós.
I mními taksithétria sto théatro tis amáchis,
m’ éna fakó sta skotiná sérni ta vímatá tis.
Pios kséri an th’ antamósume stin Έksodo Oniru,
me ton anthó tu midenós ke to krasí tu apiru
|