Απόψε σε θυμήθηκα,
τη νύχτα δεν κοιμήθηκα,
ας ήταν μόνο μια στιγμή
να ήσουνα κοντά μου.
Μάνα μου, μάνα, μάνα μου,
γλυκιά παρηγοριά μου,
στις συμφορές η συντροφιά,
στον πόνο γιατρειά μου,
μανούλα μου γλυκιά μου.
Με βρήκε το ξημέρωμα
χλωμό και μαραμένο,
να έχω το προσκέφαλο
με δάκρυα βρεμένο.
Μάνα μου, μάνα, μάνα μου,
γλυκιά παρηγοριά μου,
μες στην απελπίσία μου,
σ’ αναζητάει η καρδιά μου,
μανούλα μου γλυκιά μου.
|
Apópse se thimíthika,
ti níchta den kimíthika,
as ítan móno mia stigmí
na ísuna kontá mu.
Mána mu, mána, mána mu,
glikiá parigoriá mu,
stis simforés i sintrofiá,
ston póno giatriá mu,
manula mu glikiá mu.
Me vríke to ksiméroma
chlomó ke maraméno,
na écho to proskéfalo
me dákria vreméno.
Mána mu, mána, mána mu,
glikiá parigoriá mu,
mes stin apelpísía mu,
s’ anazitái i kardiá mu,
manula mu glikiá mu.
|