Με κυνηγούν, με κυνηγούν κάθε βραδιά
της γειτονιάς, της γειτονιάς σου τα παιδιά
Με κοροϊδεύουν τα παιδιά
σαν τρέχω στην ανηφοριά
να σου χαρίσω μια φτωχή καρδιά
Κι όταν στην πόρτα σου μιλώ
τα σκαλοπάτια σου φιλώ
εσύ φωνάζεις “διώξ’ τε τον τρελό”
Θα την αντέξω του τρελού τη ρετσινιά
μα πώς ν’ αντέξω την δική σου απονιά;
Πες μου δυο λόγια να σωθώ
προτού στ’ αλήθεια τρελαθώ
Δώσ’ μου το χέρι για να κρατηθώ
Κι όταν στην πόρτα σου μιλώ
τα σκαλοπάτια σου φιλώ
μη μου φωνάζεις “διώξ’ τε τον τρελό”!
|
Me kinigun, me kinigun káthe vradiá
tis gitoniás, tis gitoniás su ta pediá
Me koroidevun ta pediá
san trécho stin aniforiá
na su charíso mia ftochí kardiá
Ki ótan stin pórta su miló
ta skalopátia su filó
esí fonázis “dióks’ te ton treló”
Tha tin antékso tu trelu ti retsiniá
ma pós n’ antékso tin dikí su aponiá;
Pes mu dio lógia na sothó
protu st’ alíthia trelathó
Dós’ mu to chéri gia na kratithó
Ki ótan stin pórta su miló
ta skalopátia su filó
mi mu fonázis “dióks’ te ton treló”!
|