Όλα τα όνειρα εσύ μου γκρέμισες,
γιατί με πρόδωσες κάποια βραδιά
και την αγάπη μου την περιφρόνησες,
γιατ’ είσαι άνθρωπος χωρίς καρδιά.
Γι’ αυτό τραβώ τον δρόμο μου
που ‘ναι γεμάτος δάκρυ,
θα τον περάσω μόνος μου
κι όπου με βγάλει η άκρη.
Για σένα, έκανα χιλιάδες όνειρα,
μα δε μου βγήκανε αληθινά,
μείναν’ στη σκέψη μου, μόνο σαν όνειρα,
γιατί, χωρίσαμε παντοτινά.
Γι’ αυτό τραβώ τον δρόμο μου
που ‘ναι γεμάτος δάκρυ,
θα τον περάσω μόνος μου
κι όπου με βγάλει η άκρη.
Όλα τα όνειρα εσύ μου γκρέμισες
κι ήταν της τύχης μου να πικραθώ,
δεν με λογάριασες, ούτε με σκέφτηκες
κι όπως μου φέρθηκες, δεν το ξεχνώ.
|
Όla ta ónira esí mu gkrémises,
giatí me pródoses kápia vradiá
ke tin agápi mu tin perifrónises,
giat’ ise ánthropos chorís kardiá.
Gi’ aftó travó ton drómo mu
pu ‘ne gemátos dákri,
tha ton peráso mónos mu
ki ópu me vgáli i ákri.
Gia séna, ékana chiliádes ónira,
ma de mu vgíkane alithiná,
minan’ sti sképsi mu, móno san ónira,
giatí, chorísame pantotiná.
Gi’ aftó travó ton drómo mu
pu ‘ne gemátos dákri,
tha ton peráso mónos mu
ki ópu me vgáli i ákri.
Όla ta ónira esí mu gkrémises
ki ítan tis tíchis mu na pikrathó,
den me logáriases, ute me skéftikes
ki ópos mu férthikes, den to ksechnó.
|