Απόψε κούκλα μου κοντά σου
πίνω ποτήρια στην υγειά σου,
καθισμένοι στο τραπέζι, χέρι χέρι κι αγκαλιά,
στου κρασιού την παραζάλη ξαναζούμε τα παλιά.
Άλλο ένα ποτηράκι
για να σβήσω το φαρμάκι, ωωχ,
κέρασέ μου το εσύ,
από έρωτα θα σβήνω
σαν γουλιά γουλιά θα πίνω, ωωχ,
απ’ τα χέρια σου κρασί.
Τόσα χρονάκια χωρισμένοι
και στον πόνο μοιρασμένοι,
κι όμως τώρα στην ταβέρνα ξαναπίνουμε μαζί,
όποιος στ’ αλήθεια αγαπάει, να ξεχάσει δεν μπορεί.
Άλλο ένα ποτηράκι
για να σβήσω το φαρμάκι, ωωχ,
κέρασέ μου το εσύ,
από έρωτα θα σβήνω
σαν γουλιά γουλιά θα πίνω, ωωχ,
απ’ τα χέρια σου κρασί.
|
Apópse kukla mu kontá su
píno potíria stin igiá su,
kathisméni sto trapézi, chéri chéri ki agkaliá,
stu krasiu tin parazáli ksanazume ta paliá.
Άllo éna potiráki
gia na svíso to farmáki, ooch,
kérasé mu to esí,
apó érota tha svíno
san guliá guliá tha píno, ooch,
ap’ ta chéria su krasí.
Tósa chronákia chorisméni
ke ston póno mirasméni,
ki ómos tóra stin tavérna ksanapínume mazí,
ópios st’ alíthia agapái, na ksechási den bori.
Άllo éna potiráki
gia na svíso to farmáki, ooch,
kérasé mu to esí,
apó érota tha svíno
san guliá guliá tha píno, ooch,
ap’ ta chéria su krasí.
|