Εσύ επρόδωσες τον έρωτά μου,
εσύ εγκρέμισες τα όνειρά μου,
μεγάλο, μου ‘κανες, κακό,
πήρες το γέλιο μου και τη χαρά μου,
φαρμάκι έριξες μες στην καρδιά μου,
μα εγώ, ακόμα σ’ αγαπώ.
Τα μάτια μου κλαίνε, τα χείλη μου λένε,
γιατί τόσο να σ’ αγαπώ,
μου λείπει το θάρρος και έγινα βάρος
στον ίδιο μου τον εαυτό,
μου λείπει το θάρρος και έγινα βάρος
στον ίδιο μου τον εαυτό.
Εσύ μου γνώρισες την στενοχώρια,
εσύ το θέλησες και ζούμε χώρια,
γιατί το έκανες αυτό,
όλοι μου λένε πια να σε ξεχάσω,
να μην με νοιάζει και να ησυχάσω,
μα, πώς μπορεί να γίνει αυτό.
Τα μάτια μου κλαίνε, τα χείλη μου λένε,
γιατί τόσο να σ’ αγαπώ,
μου λείπει το θάρρος και έγινα βάρος
στον ίδιο μου τον εαυτό,
μου λείπει το θάρρος και έγινα βάρος
στον ίδιο μου τον εαυτό.
|
Esí epródoses ton érotá mu,
esí egkrémises ta ónirá mu,
megálo, mu ‘kanes, kakó,
píres to gélio mu ke ti chará mu,
farmáki érikses mes stin kardiá mu,
ma egó, akóma s’ agapó.
Ta mátia mu klene, ta chili mu léne,
giatí tóso na s’ agapó,
mu lipi to thárros ke égina város
ston ídio mu ton eaftó,
mu lipi to thárros ke égina város
ston ídio mu ton eaftó.
Esí mu gnórises tin stenochória,
esí to thélises ke zume chória,
giatí to ékanes aftó,
óli mu léne pia na se ksecháso,
na min me niázi ke na isicháso,
ma, pós bori na gini aftó.
Ta mátia mu klene, ta chili mu léne,
giatí tóso na s’ agapó,
mu lipi to thárros ke égina város
ston ídio mu ton eaftó,
mu lipi to thárros ke égina város
ston ídio mu ton eaftó.
|