Στον ύπνο μου σε βλέπω κι όταν ξυπνώ
είμαι ξελογιασμένος, δε σε ξεχνώ,
αχ, δυο φλογισμένα χείλη με κυνηγούνε,
τα χείλη μου στεγνώνουν και λαχταρούνε.
Μια πυρκαγιά με ζώνει, πια δεν μπορώ,
τέτοια φωτιά δε σβήνει με το νερό,
τέτοια φωτιά δε σβήνει με το νερό,
μια πυρκαγιά με ζώνει, πια δεν μπορώ.
Ένα κρυφό μαράζι με τυραννεί,
η τόση ομορφιά σου με συγκινεί,
αχ, ας ήταν να σε είχα μια νύχτα μόνο,
στον πόθο της αγάπης να σιγολιώνω.
Μια πυρκαγιά με ζώνει, πια δεν μπορώ,
τέτοια φωτιά δε σβήνει με το νερό,
τέτοια φωτιά δε σβήνει με το νερό,
μια πυρκαγιά με ζώνει, πια δεν μπορώ.
|
Ston ípno mu se vlépo ki ótan ksipnó
ime kselogiasménos, de se ksechnó,
ach, dio flogisména chili me kinigune,
ta chili mu stegnónun ke lachtarune.
Mia pirkagiá me zóni, pia den boró,
tétia fotiá de svíni me to neró,
tétia fotiá de svíni me to neró,
mia pirkagiá me zóni, pia den boró.
Έna krifó marázi me tiranni,
i tósi omorfiá su me sigkini,
ach, as ítan na se icha mia níchta móno,
ston pótho tis agápis na sigolióno.
Mia pirkagiá me zóni, pia den boró,
tétia fotiá de svíni me to neró,
tétia fotiá de svíni me to neró,
mia pirkagiá me zóni, pia den boró.
|