Σ’ έπινε η ανάσα μου, σε πνίγαν τα φιλιά μου,
σε κράταγαν τα χέρια μου κι έκαιγε η αγκαλιά μου,
γι’ αυτό, ποτέ δε θα μπορείς και να με ξεπεράσεις,
εμένα θα αναζητούν τα μάτια σου, όπου κοιτάξεις.
Εγώ είμαι αυτός που κάνει άκρη να περάσεις,
εγώ που άντεξα, στα δυο να με μοιράσεις,
εγώ που πέρασα τις φλόγες της φωτιάς σου,
στάθηκα όρθιος και βρίσκομαι μπροστά σου.
Στήριγμα, την αγάπη μου είχες για δύναμή σου,
τα δύσκολά σου, εύκολα τα έκανα εγώ, θυμήσου,
γι’ αυτό, ποτέ δε θα μπορείς και να με ξεπεράσεις,
εμένα θα αναζητούν τα μάτια σου, όπου κοιτάξεις.
Εγώ είμαι αυτός που κάνει άκρη να περάσεις,
εγώ που άντεξα, στα δυο να με μοιράσεις,
εγώ που πέρασα τις φλόγες της φωτιάς σου,
στάθηκα όρθιος και βρίσκομαι μπροστά σου.
|
S’ épine i anása mu, se pnígan ta filiá mu,
se krátagan ta chéria mu ki ékege i agkaliá mu,
gi’ aftó, poté de tha boris ke na me kseperásis,
eména tha anazitun ta mátia su, ópu kitáksis.
Egó ime aftós pu káni ákri na perásis,
egó pu ánteksa, sta dio na me mirásis,
egó pu pérasa tis flóges tis fotiás su,
státhika órthios ke vrískome brostá su.
Stírigma, tin agápi mu iches gia dínamí su,
ta dískolá su, efkola ta ékana egó, thimísu,
gi’ aftó, poté de tha boris ke na me kseperásis,
eména tha anazitun ta mátia su, ópu kitáksis.
Egó ime aftós pu káni ákri na perásis,
egó pu ánteksa, sta dio na me mirásis,
egó pu pérasa tis flóges tis fotiás su,
státhika órthios ke vrískome brostá su.
|