Νύχτα στη δουλειά μου πάω
νύχτα σπίτι μου γυρνώ,
μα σαν βλέπω τα παιδιά μου
πίκρες και καημούς ξεχνώ,
μα σαν βλέπω τα παιδιά μου
πίκρες και καημούς ξεχνώ.
Με φιλούν και μου μιλάνε
με χαμόγελο γλυκό,
και με πλούτη πλημμυρίζει
το μικρό μου φτωχικό,
και με πλούτη πλημμυρίζει
το μικρό μου φτωχικό.
Πλούτη έχω τα παιδιά μου
και μεγάλη μου χαρά,
τη γλυκιά μου γυναικούλα,
την καλή νοικοκυρά,
τη γλυκιά μου γυναικούλα,
την καλή νοικοκυρά.
|
Níchta sti duliá mu páo
níchta spíti mu girnó,
ma san vlépo ta pediá mu
píkres ke kaimus ksechnó,
ma san vlépo ta pediá mu
píkres ke kaimus ksechnó.
Me filun ke mu miláne
me chamógelo glikó,
ke me pluti plimmirízi
to mikró mu ftochikó,
ke me pluti plimmirízi
to mikró mu ftochikó.
Pluti écho ta pediá mu
ke megáli mu chará,
ti glikiá mu ginekula,
tin kalí nikokirá,
ti glikiá mu ginekula,
tin kalí nikokirá.
|