Σαν νυχτερίδα βγαίνεις και απλώνεις
καρτέρι στήνεις στης πόλης τους φανούς
με τ’ άσπρο στήθος σου γυμνό θολώνεις
τους νυχτόβιους περαστικούς
κι έχεις τον τρόπο στη ματιά να τους μελώνεις
Ποια προσδοκία με πάθος ατενίζεις
στις ψευδαισθήσεις κάθε παροχής
ο κόσμος άρρωστος καπνός που τον καπνίζεις
και έκτιση καθημερινής ποινής
να ξημερώνεις μοναχή να μουρμουρίζεις
Και τι να πεις σε δυο κουβέντες της στιγμής
δε θα ‘μαι εγώ δε θα ‘σαι εσύ
ψάχνεις να βρεις δυο κούφια λόγια να πιαστείς
κι ύστερα πάλι θα χαθείς
Ένα σημάδι βίας μαρτυράει
στη δεξιά μετώπη για το χτες
η νύχτα που ‘φυγε στο διάολο να πάει
κι αναζητάς ξανά πλανόδιους εραστές
μα έχεις κουράγιο μια πληγή που σε πονάει
Και τι να πεις σε δυο κουβέντες της στιγμής
δε θα ‘μαι εγώ δε θα ‘σαι εσύ
ψάχνεις να βρεις δυο κούφια λόγια να πιαστείς
κι ύστερα πάλι θα χαθείς
|
San nichterída vgenis ke aplónis
kartéri stínis stis pólis tus fanus
me t’ áspro stíthos su gimnó tholónis
tus nichtóvius perastikus
ki échis ton trópo sti matiá na tus melónis
Pia prosdokía me páthos atenízis
stis psevdesthísis káthe parochís
o kósmos árrostos kapnós pu ton kapnízis
ke éktisi kathimerinís pinís
na ksimerónis monachí na murmurízis
Ke ti na pis se dio kuvéntes tis stigmís
de tha ‘me egó de tha ‘se esí
psáchnis na vris dio kufia lógia na piastis
ki ístera páli tha chathis
Έna simádi vías martirái
sti deksiá metópi gia to chtes
i níchta pu ‘fige sto diáolo na pái
ki anazitás ksaná planódius erastés
ma échis kurágio mia pligí pu se ponái
Ke ti na pis se dio kuvéntes tis stigmís
de tha ‘me egó de tha ‘se esí
psáchnis na vris dio kufia lógia na piastis
ki ístera páli tha chathis
|