Μεθυσμένα στενά, χάδια φτηνά
σκόρπια φιλιά στον αέρα
μ’ ένα πόνο παντού κι ένα βλέμμα τρελού
ξημέρωσε η μέρα
Κουρασμένη και συ, ναυαγός σε νησί
σε μια στάση εμβρύου κοιμάσαι
σου θυμίζω πολλά, μα το ξέρω καλά
πως σε λίγο δε θα με θυμάσαι
Ένα μαύρο πρωί, παίρνω μια αναπνοή
και δαγκώνω το πρώτο τσιγάρο
κάποια νύχτα τρελή, μεθυσμένος πολύ
σου’ χα πει από δω θα σε πάρω
στο δικό σου βορρά, άλλη μια φορά
μες το χιόνι βουλιάζω για σένα
μα στο λέω ξανά, σου φωνάζω ξανά
η αλήθεια σου μοιάζει με ψέμα
Ψέμα
Ένα μαύρο πρωί, πριν να φύγει η ζωή
του μυαλού μου τις πόρτες κλειδώνω
ξαφνικά μου γελάς, για το λάθος μιλάς
και στο τέλος εγώ το πληρώνω
Πριν χαθείς εντελώς σε κοιτώ σαν τρελός
και νομίζω πως κάτι θ’ αλλάξει
πεταλούδα εσύ στο δικό μου νησί
που σε λίγο γι’ αλλού θα πετάξει
Ψέμα
|
Methisména stená, chádia ftiná
skórpia filiá ston aéra
m’ éna póno pantu ki éna vlémma trelu
ksimérose i méra
Kurasméni ke si, nafagós se nisí
se mia stási emvríu kimáse
su thimízo pollá, ma to kséro kalá
pos se lígo de tha me thimáse
Έna mavro pri, perno mia anapnoí
ke dagkóno to próto tsigáro
kápia níchta trelí, methisménos polí
su’ cha pi apó do tha se páro
sto dikó su vorrá, álli mia forá
mes to chióni vuliázo gia séna
ma sto léo ksaná, su fonázo ksaná
i alíthia su miázi me pséma
Pséma
Έna mavro pri, prin na fígi i zoí
tu mialu mu tis pórtes klidóno
ksafniká mu gelás, gia to láthos milás
ke sto télos egó to pliróno
Prin chathis entelós se kitó san trelós
ke nomízo pos káti th’ alláksi
petaluda esí sto dikó mu nisí
pu se lígo gi’ allu tha petáksi
Pséma
|