Στον πόλεμο ο Τζο
περνάει καλά
τον έχουν ώπα ώπα
τον νέγρο τον λοχία
τον παλικαρά
και που ‘χει μαύρη πέτσα
καθένας το ξεχνά
κατώτεροι κι ανώτεροι
τον λεν παλικαρά
τον νέγρο τον λοχία
τον Τζο τον φουκαρά.
Στον πόλεμο ο Τζο
περνάει καλά
ώσπου κακιά μια σφαίρα
και το δεξί πιο πέρα
το χέρι του πετά
και που ‘χει μαύρη μάνα
κανένας δε λογά
κατώτεροι κι ανώτεροι
τον λεν παλικαρά
του δίνουν και βραβείο
του Τζο του φουκαρά.
Μονόχειρας ο Τζο
ζητάει δουλειά
μα τι δουλειά να κάνει
που το δεξί έχει χάσει
πέρα στο Βιετνάμ
και πού ‘χει μαύρη πέτσα
θυμήθηκαν ξανά
τον νέγρο Τζο τον ήρωα
τον λεν αληταρά
τις πόρτες δεν ανοίγουν
στον Τζο τον φουκαρά.
|
Ston pólemo o Tzo
pernái kalá
ton échun ópa ópa
ton négro ton lochía
ton palikará
ke pu ‘chi mavri pétsa
kathénas to ksechná
katóteri ki anóteri
ton len palikará
ton négro ton lochía
ton Tzo ton fukará.
Ston pólemo o Tzo
pernái kalá
óspu kakiá mia sfera
ke to deksí pio péra
to chéri tu petá
ke pu ‘chi mavri mána
kanénas de logá
katóteri ki anóteri
ton len palikará
tu dínun ke vravio
tu Tzo tu fukará.
Monóchiras o Tzo
zitái duliá
ma ti duliá na káni
pu to deksí échi chási
péra sto Ietnám
ke pu ‘chi mavri pétsa
thimíthikan ksaná
ton négro Tzo ton íroa
ton len alitará
tis pórtes den anigun
ston Tzo ton fukará.
|