Ένα πιτσιρίκι είναι ξαπλωμένο
μες στα χορταράκια παραπονεμένο.
Θέλει να φουμάρει ένα τσιγαράκι,
μα δεν έχει φράγκο, είναι μπατιράκι.
Του ‘ρθε μια ιδέα, κάπου να τη στήσει
όποιος κι αν περάσει τσιγάρο να ζητήσει.
Μα κακή του τύχη λίγο παραπάνω
στη γωνιά τον δρόμου τρακάρει πολιτσμάνο.
Κάνει το κορόιδο, ζούλα τον κοιτάει
και με κόλπο έξυπνο τον εχαιρετάει.
Δίχως να τα χάσει το πιτσιρικάκι,
απ’ τον πολιτσμάνο ζητάει τσιγαράκι
|
Έna pitsiríki ine ksaploméno
mes sta chortarákia paraponeméno.
Théli na fumári éna tsigaráki,
ma den échi frágko, ine batiráki.
Tu ‘rthe mia idéa, kápu na ti stísi
ópios ki an perási tsigáro na zitísi.
Ma kakí tu tíchi lígo parapáno
sti goniá ton drómu trakári politsmáno.
Káni to koróido, zula ton kitái
ke me kólpo éksipno ton echeretái.
Díchos na ta chási to pitsirikáki,
ap’ ton politsmáno zitái tsigaráki
|