Φώτα σβηστά, μάτια κλειστά,
σ’ ένα κελί μοναξιάς μ’ έχεις κλείσει,
θολό το χτες, άδειες χαρές,
όλα με γκρίζο εσύ τα `χεις ντύσει,
όπου γυρνώ κι όπου κοιτώ
φωτογραφίες που με συγκλονίζουν,
τόσα πολλά πράγματα απλά,
νύχτα και μέρα εσένα θυμίζουν.
Παντού εσύ, σώμα, καρδιά και ψυχή σε γυρεύουν,
παντού εσύ, οι μέρες σαν σφαίρες με σημαδεύουν.
Έχω χαθεί μες στη σιωπή
εν’ απ’ τα δώρα που μου `χεις αφήσει,
κάθε στιγμή βαθειά πληγή
που όσο λείπεις δε λέει να κλείσει,
όπου γυρνώ κι όπου κοιτώ
φωτογραφίες που με συγκλονίζουν,
τόσα πολλά πράγματα απλά,
νύχτα και μέρα εσένα θυμίζουν.
Παντού εσύ, σώμα, καρδιά και ψυχή σε γυρεύουν,
παντού εσύ, οι μέρες σαν σφαίρες με σημαδεύουν.
|
Fóta svistá, mátia klistá,
s’ éna kelí monaksiás m’ échis klisi,
tholó to chtes, ádies charés,
óla me gkrízo esí ta `chis ntísi,
ópu girnó ki ópu kitó
fotografíes pu me sigklonízun,
tósa pollá prágmata aplá,
níchta ke méra eséna thimízun.
Pantu esí, sóma, kardiá ke psichí se girevun,
pantu esí, i méres san sferes me simadevun.
Έcho chathi mes sti siopí
en’ ap’ ta dóra pu mu `chis afísi,
káthe stigmí vathiá pligí
pu óso lipis de léi na klisi,
ópu girnó ki ópu kitó
fotografíes pu me sigklonízun,
tósa pollá prágmata aplá,
níchta ke méra eséna thimízun.
Pantu esí, sóma, kardiá ke psichí se girevun,
pantu esí, i méres san sferes me simadevun.
|