Δεν έψαχνα από δω πιο πέρα,
ούτε να πάρω, ούτε να δώσω,
μα έτσι όπως πέρασες σαν σφαίρα,
δεν πρόλαβα να με γλιτώσω.
Το έβλεπα αυτό που θα `ρθει
και μου `λεγες, πως έχουμε ώρα.
Γιατί δε ζεις αυτό που υπάρχει;
γιατί δε χαίρεσαι το τώρα;
Πες μου από τώρα, που θα πας,
πες το, να δούμε αν αντέχω.
Παραμονή πρωτοχρονιάς
πες μου, να ξέρω πόσο έχω.
Έξω ξημέρωνε ο χρόνος
κι εσύ ευχόσουν και γελούσες,
δε γίνεται απ’ αυτό πιο μόνος,
εγώ πνιγόμουν κι εσύ ζούσες.
Δεν έχουμε αλλού να πάμε,
ούτε σε κάτι να ορκιστούμε.
Από το πάντα θα πονάμε
κι απ’ το ποτέ θα νικηθούμε.
Πες μου από τώρα, που θα πας,
πες το, να δούμε αν αντέχω.
Παραμονή πρωτοχρονιάς
πες μου, να ξέρω πόσο έχω.
|
Den épsachna apó do pio péra,
ute na páro, ute na dóso,
ma étsi ópos pérases san sfera,
den prólava na me glitóso.
To évlepa aftó pu tha `rthi
ke mu `leges, pos échume óra.
Giatí de zis aftó pu ipárchi;
giatí de cherese to tóra;
Pes mu apó tóra, pu tha pas,
pes to, na dume an antécho.
Paramoní protochroniás
pes mu, na kséro póso écho.
Έkso ksimérone o chrónos
ki esí efchósun ke geluses,
de ginete ap’ aftó pio mónos,
egó pnigómun ki esí zuses.
Den échume allu na páme,
ute se káti na orkistume.
Apó to pánta tha ponáme
ki ap’ to poté tha nikithume.
Pes mu apó tóra, pu tha pas,
pes to, na dume an antécho.
Paramoní protochroniás
pes mu, na kséro póso écho.
|