Κάτω από το έρημο το χωριουδάκι,
τρεχαντήρι τ’ άλλο πρωί
άραξε χαρούμενο στο λιμανάκι
και το περιγιάλι ήταν όλο ζωή
Κι εγώ που του κόσμου η απονιά
με κάνει να χάσω,
τόσα όνειρά μου παλιά
ήρθα να ρεμβάσω
Μέσα στου χωριού μου τη μοναξιά
ίσως και ξεχάσω
Στάθηκα η φτωχή
κι είπα μοναχή
Άσπρο πουλί τρεχαντήρι
πούθε μας ήρθες γοργό;
Ποιον έχεις καραβοκύρη;
Πού πας στερνά από δω;
Ποιος ξέρει τι σε προσμένει
στου κόσμου κάποια γωνιά.
Έχεις κι εσύ μοίρα γραμμένη
επάνω στα μαλλιά.
Τρεχαντήρι έχε γεια.
|
Káto apó to érimo to choriudáki,
trechantíri t’ állo pri
árakse charumeno sto limanáki
ke to perigiáli ítan ólo zoí
Ki egó pu tu kósmu i aponiá
me káni na cháso,
tósa ónirá mu paliá
írtha na remváso
Mésa stu choriu mu ti monaksiá
ísos ke ksecháso
Státhika i ftochí
ki ipa monachí
Άspro pulí trechantíri
puthe mas írthes gorgó;
Pion échis karavokíri;
Pu pas sterná apó do;
Pios kséri ti se prosméni
stu kósmu kápia goniá.
Έchis ki esí mira gramméni
epáno sta malliá.
Trechantíri éche gia.
|