Είσαι τόσο υγιής που με τρομάζεις
σαν το άνθος του Ιούνη που σπαράζει σε μια νύχτα,
ένας ψεύτικος ήλιος, ένας ψεύτικος ήλιος,
ένα γέλιο παγωμένο.
Μία φλέβα κομμένη δίχως αίμα να στάζει,
μια χαρά που ζητάει μια στιγμή για να κλάψει.
Ένα μαύρο σατέν σε καρότσα νταλίκας,
ένα πράσινο φίδι στην άκρη της γλύκας.
Δεν παίζω σ`αυτό το έργο άλλο.
Το ξέρω και στοίχημα θα βάλω,
πριν πέσει φωτιά από τ`αστέρια
όλα θα μοιάζουν αλλιώς.
Είσαι τόσο λαμπερή που με τυφλώνεις,
ένα άγαλμα που στάζει μαρμάρινη πίστη,
μια χαμένη πατρίδα, μια χαμένη πατρίδα
μία κάνη στο στόμα.
Στα κόκκινα ποτάμια σου βουτάνε οι στρατηγοί σου,
ακόμα και ο θάνατος φοβήθηκε μαζί σου.
Σφυρί χτυπά το κόκαλο, καρφί τρυπάει την κνήμη,
αυτά που παίρνει ο θάνατος τα ξαναφέρνει η μνήμη.
Δεν παίζω σ`αυτό το έργο άλλο.
Το ξέρω και στοίχημα θα βάλω,
πριν πέσει φωτιά από τ`αστέρια
όλα θα μοιάζουν αλλιώς.
Οι όρκοι με τις θυσίες ζούνε,
Υόρκη, καμένη θα σε δούμε.
Σαν πέσει φωτιά από τ`αστέρια
όλα θα μοιάζουν αλλιώς.
|
Ise tóso igiís pu me tromázis
san to ánthos tu Iuni pu sparázi se mia níchta,
énas pseftikos ílios, énas pseftikos ílios,
éna gélio pagoméno.
Mía fléva komméni díchos ema na stázi,
mia chará pu zitái mia stigmí gia na klápsi.
Έna mavro satén se karótsa ntalíkas,
éna prásino fídi stin ákri tis glíkas.
Den pezo s`aftó to érgo állo.
To kséro ke stichima tha válo,
prin pési fotiá apó t`astéria
óla tha miázun alliós.
Ise tóso laberí pu me tiflónis,
éna ágalma pu stázi marmárini písti,
mia chaméni patrída, mia chaméni patrída
mía káni sto stóma.
Sta kókkina potámia su vutáne i stratigi su,
akóma ke o thánatos fovíthike mazí su.
Sfirí chtipá to kókalo, karfí tripái tin kními,
aftá pu perni o thánatos ta ksanaférni i mními.
Den pezo s`aftó to érgo állo.
To kséro ke stichima tha válo,
prin pési fotiá apó t`astéria
óla tha miázun alliós.
I órki me tis thisíes zune,
Iórki, kaméni tha se dume.
San pési fotiá apó t`astéria
óla tha miázun alliós.
|