Ψυχή μου λογοφερμένη ξεκίνα,
δρόμο πάρε εαρινό.
Δες τους ανθρώπους να τρέχουν, να τρέχουν
να προλάβουν στη σειρά.
Γερμανικό, Γερμανικό!
Ασώματοι, ακούραστοι στο λιοπύρι, αντέχεις δεν αντέχεις…
Ταξιδεύω με τις φανταστικές εικόνες του ίδιου μου του λόγου.
Όργια φημών με ζώνουν στη στιγμή.
Μύθοι βουλιάζουν στην άβυσσο, αιωνόβια, παγόβουνα τού πόλου.
Ο Ισημερινός να τρελαθεί και δεν του φτάνει !
Ακούραστοι ήρωες, σημαίες, λάβαρα, στρατοί και στόλοι.
Πρόταση για αυτοκατάργηση…
Θα συναντήσω ένα πρωί τη δροσιά κι οι δύο μαζί τον πίθηκο,
να ξανοιχτούμε τρεις στα δάση, στα τρεχούμενα νερά,
του κόσμου που είναι ένα μα και μαζί κανένα.
|
Psichí mu logoferméni ksekína,
drómo páre earinó.
Des tus anthrópus na tréchun, na tréchun
na prolávun sti sirá.
Germanikó, Germanikó!
Asómati, akurasti sto liopíri, antéchis den antéchis…
Taksidevo me tis fantastikés ikónes tu ídiu mu tu lógu.
Όrgia fimón me zónun sti stigmí.
Míthi vuliázun stin ávisso, eonóvia, pagóvuna tu pólu.
O Isimerinós na trelathi ke den tu ftáni !
Akurasti íroes, simees, lávara, strati ke stóli.
Prótasi gia aftokatárgisi…
Tha sinantíso éna pri ti drosiá ki i dío mazí ton píthiko,
na ksanichtume tris sta dási, sta trechumena nerá,
tu kósmu pu ine éna ma ke mazí kanéna.
|