Αρκούδα βράχος το νησί,
χιλιάδες χρόνια,
ήρθες, κατοίκησες κι εσύ,
γλυκιά συμπόνια,
μ’ ένα μπλουζάκι θαλασσί
και μια κολόνια,
αρκούδα βράχος το νησί,
χιλιάδες χρόνια.
Έκανα εγώ χρόνια πολλά
τον καπετάνιο,
τα καλοκαίρια που πηγαίναμε για μπάνιο,
βροντάει πάλι ο ουρανός, ρίχνει σημάδια,
μακάρι να `χουμε βροχή, καρδιά μου άδεια.
Οδήγα τώρα μοναχή τον εαυτό σου,
βενζίνη έβαλα και στ’ αυτοκίνητό σου
κι εγώ πετάγομαι σε άλλα συνεργεία,
να ‘μαι παρών στων ταπεινών τη λειτουργία.
|
Arkuda vráchos to nisí,
chiliádes chrónia,
írthes, katikises ki esí,
glikiá sibónia,
m’ éna bluzáki thalassí
ke mia kolónia,
arkuda vráchos to nisí,
chiliádes chrónia.
Έkana egó chrónia pollá
ton kapetánio,
ta kalokeria pu pigename gia bánio,
vrontái páli o uranós, ríchni simádia,
makári na `chume vrochí, kardiá mu ádia.
Odíga tóra monachí ton eaftó su,
venzíni évala ke st’ aftokínitó su
ki egó petágome se álla sinergia,
na ‘me parón ston tapinón ti liturgia.
|