Τώρα κατάλαβα τα χρόνια μου πως χάλαγα
όταν με στέλνανε σχολείο να σπουδάσω.
Με υποσχέσεις που δεν είχανε αντάλλαγμα
θέλαν κι εγώ μία ψυχή να εξαγοράσω.
Αυτοί τα λόγια τα μεγάλα που φωνάζουνε
πολιτικοί και γαλονάδες και λαμόγια
έχουνε μάθει τις ζωές μας να ρημάζουνε,
θέλουν να ζουν στα ρετιρέ κι εμείς στα υπόγεια.
Αχ, πατρίδα μου, θύμα σε κάνανε,
σε ξεπουλήσανε και σε πεθάνανε.
Αυτοί οι σωτήρες σου που δήθεν νοιάζονται
σου κλέβουν όνειρα και τα μοιράζονται.
Εγώ ταξίδεψα στο άπειρο και άντεξα
από φουρτούνες κι από μπόρες να περάσω.
Πήρα τον πόνο αγκαλιά μου και τον κράτησα
μήπως μπορέσω και τα λάθη τους ξεχάσω.
Αχ, πατρίδα μου, θύμα σε κάνανε,
σε ξεπουλήσανε και σε πεθάνανε.
Αυτοί οι σωτήρες σου που δήθεν νοιάζονται
σου κλέβουν όνειρα και τα μοιράζονται.
|
Tóra katálava ta chrónia mu pos chálaga
ótan me stélnane scholio na spudáso.
Me iposchésis pu den ichane antállagma
thélan ki egó mía psichí na eksagoráso.
Afti ta lógia ta megála pu fonázune
politiki ke galonádes ke lamógia
échune máthi tis zoés mas na rimázune,
thélun na zun sta retiré ki emis sta ipógia.
Ach, patrída mu, thíma se kánane,
se ksepulísane ke se pethánane.
Afti i sotíres su pu díthen niázonte
su klévun ónira ke ta mirázonte.
Egó taksídepsa sto ápiro ke ánteksa
apó furtunes ki apó bóres na peráso.
Píra ton póno agkaliá mu ke ton krátisa
mípos boréso ke ta láthi tus ksecháso.
Ach, patrída mu, thíma se kánane,
se ksepulísane ke se pethánane.
Afti i sotíres su pu díthen niázonte
su klévun ónira ke ta mirázonte.
|