Έγινε ο φόβος μου θυμός
μεγάλος σαν ωκεανός
που απλώνει διαρκώς.
Παίρνει διαστάσεις μαγικές
σαν την αγάπη αληθινές
με πνίγει αν δε με θες.
Κι είναι το μόνο που μπορώ
φύγε να σου πω.
Φύγε να σωθείς και να σωθώ
εγώ πονάω που σ’ αγαπώ.
Δε σε συγχωρώ
που άφησες να φτάσουμε ως εδώ.
Έγινε ο φόβος μου θυμός
πια δεν αμύνομαι αλλιώς
δεν έχω μάθει πως.
Και ένα όπλο έχω τη σιωπή
μα αν με πλησιάσεις πιο πολύ
υψώνω μια φωνή.
Κι είναι το μόνο που μπορώ
φύγε να σου πω.
Φύγε να σωθείς και να σωθώ.
Εγώ πονάω που σ’ αγαπώ
δε σε συγχωρώ
που άφησες να φτάσουμε ως εδώ.
Δεν έχει επιστροφή και τέλος.
|
Έgine o fóvos mu thimós
megálos san okeanós
pu aplóni diarkós.
Perni diastásis magikés
san tin agápi alithinés
me pnígi an de me thes.
Ki ine to móno pu boró
fíge na su po.
Fíge na sothis ke na sothó
egó ponáo pu s’ agapó.
De se sigchoró
pu áfises na ftásume os edó.
Έgine o fóvos mu thimós
pia den amínome alliós
den écho máthi pos.
Ke éna óplo écho ti siopí
ma an me plisiásis pio polí
ipsóno mia foní.
Ki ine to móno pu boró
fíge na su po.
Fíge na sothis ke na sothó.
Egó ponáo pu s’ agapó
de se sigchoró
pu áfises na ftásume os edó.
Den échi epistrofí ke télos.
|