Από τη μια το μυαλό, μου λέει φύγε
κι από την άλλη η καρδιά μου λέει μη.
Κι εγώ στη μέση να παλεύω απεγνωσμένα
σαν ακροβάτης που του κόβουν το σχοινί
Δυο φωνές μου φωνάζουν,
δυο φωνές με τρελαίνουν,
να φύγω να πάω, που;
Δυο φωνές μου φωνάζουν,
δυο φωνές με τρομάζουν,
να μείνω να κάνω, τι;
Από τη μια η λογική, μου λέει φύγε
μα το συναίσθημα απ’ την άλλη λέει μη.
Κι εγώ στη μέση να ικετεύω σταματήστε
χωρίς να ακούγεται η δική μου η φωνή
|
Apó ti mia to mialó, mu léi fíge
ki apó tin álli i kardiá mu léi mi.
Ki egó sti mési na palevo apegnosména
san akrovátis pu tu kóvun to schiní
Dio fonés mu fonázun,
dio fonés me trelenun,
na fígo na páo, pu;
Dio fonés mu fonázun,
dio fonés me tromázun,
na mino na káno, ti;
Apó ti mia i logikí, mu léi fíge
ma to sinesthima ap’ tin álli léi mi.
Ki egó sti mési na iketevo stamatíste
chorís na akugete i dikí mu i foní
|