Μεγάλωσαν τα νιάτα μου,
και νιάτα πια δεν είναι,
μόνο μια δυνατή φωνή,
παιδί μου λέει μείνε.
Είδα ένα φίλο, χαμένο στο τρένο,
κι αναχωρώντας, μου φώναξε μένω,
κράτα τον μάγισσα σφιχτά,
μην είναι ο εαυτός μου.
Σβήσε τα ρίγη, απ’ το δικό του το κορμί,
μην απορείς που εδώ, ακόμα επιμένω,
και μίλησέ μου πιο γλυκά κι απ’ τη ζωή.
Μεγάλωσαν τα νιάτα μου,
και μακριά μου μοιάζουν,
μεγάλωσαν κι οι αγάπες μου,
πρόσωπα χίλια αλλάζουν.
Είδα ένα φίλο, χαμένο στο τρένο,
κι αναχωρώντας, μου φώναξε μένω,
κράτα τον μάγισσα σφιχτά,
μην είναι ο εαυτός μου.
Σβήσε τα ρίγη, απ’ το δικό του το κορμί,
μην απορείς που εδώ, ακόμα επιμένω,
και μίλησέ μου πιο γλυκά κι απ’ τη ζωή.
Είδα ένα φίλο, χαμένο στο τρένο,
κι αναχωρώντας, μου φώναξε μένω.
|
Megálosan ta niáta mu,
ke niáta pia den ine,
móno mia dinatí foní,
pedí mu léi mine.
Ida éna fílo, chaméno sto tréno,
ki anachoróntas, mu fónakse méno,
kráta ton mágissa sfichtá,
min ine o eaftós mu.
Svíse ta rígi, ap’ to dikó tu to kormí,
min aporis pu edó, akóma epiméno,
ke mílisé mu pio gliká ki ap’ ti zoí.
Megálosan ta niáta mu,
ke makriá mu miázun,
megálosan ki i agápes mu,
prósopa chília allázun.
Ida éna fílo, chaméno sto tréno,
ki anachoróntas, mu fónakse méno,
kráta ton mágissa sfichtá,
min ine o eaftós mu.
Svíse ta rígi, ap’ to dikó tu to kormí,
min aporis pu edó, akóma epiméno,
ke mílisé mu pio gliká ki ap’ ti zoí.
Ida éna fílo, chaméno sto tréno,
ki anachoróntas, mu fónakse méno.
|