Είχα έναν φίλο Δημητράκη, ξακουστό
στην πολυφαγία και στη λαιμαργία
που όταν δεν πεινούσε έτρωγε μόνο ένα ψητό
λίγα μακαρόνια και τριάμισι πεπόνια
Ήταν μεν παχύς αλλά φαινόταν ευτυχής
με μια στρογγυλίτσα, όμορφη κoiλίτσα
Μέχρι τη στιγμή όπου παντρεύτηκε ο φτωχός
Κι άρχισε η κυρά του να γκρινιάζει διαρκώς
Δε σου πάει το πάχος Δημητράκη
Κάνε πια και δίαιτα λιγάκι
Πρέπει να αποφεύγεις τα πολλά γλυκά
Ρύζια, μακαρόνια και ζαχαρωτά
Μην κοιμάσαι πια το μεσημέρι
Πήγαινε πεζή σε όλα τα μέρη
Τρώγε το βραδάκι μόνο γιαουρτάκι
Άκου με και με που σου μιλώ
Για το καλό
Άρχισε να κόβει ό,τι του λεγεν αυτή
το ψωμί, το ρύζι
για ν’ άδυνατίζει
Μπήκε σαν να λέμε σε μια δίαιτα σωστή
Και σε δυο βδομάδες είχε χάσει ογδόντα οκάδες
Μα όσο δε αυτός εκαταντούσε σκελετός
έμενε η καημένη παραπονεμένη
Ήθελε ακόμα να της γίνει πιο κομψός
Κι έβαζε τους φίλους να του λένε διαρκώς
Δε σου πάει το πάχος Δημητράκη
Κάνε πια και δίαιτα λιγάκι
Πρέπει να αποφεύγεις τα πολλά γλυκά
Ρύζια, μακαρόνια και ζαχαρωτά
Μην κοιμάσαι πια το μεσημέρι
Πήγαινε πεζή σε όλα τα μέρη
Τρώγε το βραδάκι μόνο γιαουρτάκι
Άκου με και με που σου μιλώ
Για το καλό
Πέρασε ο καιρός όταν λαμβάνω ένα πρωί
ένα μαύρο γράμμα μούσκεμα στο κλάμα
Που έγραφε πως πέθανε από καταρροή
Κι η γλυκιά συμβία με καλούσε στην κηδεία
Δεν είδα ποτέ μου να’ ναι τόσοι διευθυνταί
εστιατορίων στο νεκροταφείον
Τι φωνές, τι κλάματα στο “Δεύτε ασπασμόν!”
Μέχρι που ο παππάς του έψαλλε ως χαιρετισμόν
Δε σου πάει το πάχος Δημητράκη
Κάνε πια και δίαιτα λιγάκι
Πρέπει να αποφεύγεις τα πολλά γλυκά
Ρύζια, μακαρόνια και ζαχαρωτά
Μην κοιμάσαι πια το μεσημέρι
Πήγαινε πεζή σε όλα τα μέρη
Τρώγε το βραδάκι μόνο γιαουρτάκι
Άκου με και με που σου μιλώ
Για το καλό
|
Icha énan fílo Dimitráki, ksakustó
stin polifagia ke sti lemargia
pu ótan den pinuse étroge móno éna psitó
líga makarónia ke triámisi pepónia
Ήtan men pachís allá fenótan eftichís
me mia strongilítsa, ómorfi koilítsa
Méchri ti stigmí ópu pantreftike o ftochós
Ki árchise i kirá tu na gkriniázi diarkós
De su pái to páchos Dimitráki
Káne pia ke díeta ligáki
Prépi na apofevgis ta pollá gliká
Rízia, makarónia ke zacharotá
Min kimáse pia to mesiméri
Pígene pezí se óla ta méri
Tróge to vradáki móno giaurtáki
Άku me ke me pu su miló
Gia to kaló
Άrchise na kóvi ó,ti tu legen aftí
to psomí, to rízi
gia n’ ádinatízi
Bíke san na léme se mia díeta sostí
Ke se dio vdomádes iche chási ogdónta okádes
Ma óso de aftós ekatantuse skeletós
émene i kaiméni paraponeméni
Ήthele akóma na tis gini pio kompsós
Ki évaze tus fílus na tu léne diarkós
De su pái to páchos Dimitráki
Káne pia ke díeta ligáki
Prépi na apofevgis ta pollá gliká
Rízia, makarónia ke zacharotá
Min kimáse pia to mesiméri
Pígene pezí se óla ta méri
Tróge to vradáki móno giaurtáki
Άku me ke me pu su miló
Gia to kaló
Pérase o kerós ótan lamváno éna pri
éna mavro grámma muskema sto kláma
Pu égrafe pos péthane apó katarroí
Ki i glikiá simvía me kaluse stin kidia
Den ida poté mu na’ ne tósi diefthinte
estiatoríon sto nekrotafion
Ti fonés, ti klámata sto “Defte aspasmón!”
Méchri pu o pappás tu épsalle os cheretismón
De su pái to páchos Dimitráki
Káne pia ke díeta ligáki
Prépi na apofevgis ta pollá gliká
Rízia, makarónia ke zacharotá
Min kimáse pia to mesiméri
Pígene pezí se óla ta méri
Tróge to vradáki móno giaurtáki
Άku me ke me pu su miló
Gia to kaló
|