Ένα φεγγάρι αλλόκοτο με βλέπει
σαν μάλαμα παλιό θαρρώ πως μοιάζει
και το στερνό μου τάλιρο στην τσέπη
θαμπώνεται, πονεί κι αναστενάζει.
Ένα φεγγάρι αλλόκοτο μου λέει
κι απόψε θ’ αγρυπνήσουμε αντάμα
ένα φεγγάρι αλλόκοτο που κλαίει
μαζί με της καρδιάς το μαύρο κλάμα.
Ένα φεγγάρι αλλόκοτο στους δρόμους
με παίρνει το κατόπι και μου γνέφει
κι ύστερα μ’ αγκαλιάζει από τους ωμούς
και πάμε για τα στέκια σου στου Στρέφη.
|
Έna fengári allókoto me vlépi
san málama palió tharró pos miázi
ke to sternó mu táliro stin tsépi
thabónete, poni ki anastenázi.
Έna fengári allókoto mu léi
ki apópse th’ agripnísume antáma
éna fengári allókoto pu klei
mazí me tis kardiás to mavro kláma.
Έna fengári allókoto stus drómus
me perni to katópi ke mu gnéfi
ki ístera m’ agkaliázi apó tus omus
ke páme gia ta stékia su stu Stréfi.
|