Μια φωτογραφία που ‘μαστε μαζί
κάνει την πληγή μου να αιμορραγεί.
Σαν το νυχτοπούλι στους δρόμους τριγυρνώ
λέω τ ‘όνομά σου και παραμιλώ.
Έπιασα κουβέντα με τον ουρανό
ρώτησα τ ‘αστέρια που να ‘ρθω να σε βρω.
Το φεγγάρι μου ‘πε πως δε μ ‘αγαπάς
άλληνε πιστεύεις κι άλληνε φιλάς.
Έκλαψα για σένα και χάθηκα μετά.
Όλα εδώ συντρίμμια όπως τ ‘άφησες
μ ‘όρκους κι υποσχέσεις με φυλάκισες.
Στη ζωή μου μπήκες, τη σημάδεψες
την καρδιά μου πήρες και τη μάτωσες.
|
Mia fotografía pu ‘maste mazí
káni tin pligí mu na emorragi.
San to nichtopuli stus drómus trigirnó
léo t ‘ónomá su ke paramiló.
Έpiasa kuvénta me ton uranó
rótisa t ‘astéria pu na ‘rtho na se vro.
To fengári mu ‘pe pos de m ‘agapás
álline pistevis ki álline filás.
Έklapsa gia séna ke cháthika metá.
Όla edó sintrímmia ópos t ‘áfises
m ‘órkus ki iposchésis me filákises.
Sti zoí mu bíkes, ti simádepses
tin kardiá mu píres ke ti mátoses.
|