Φτωχομαχαλά, φτωχομαχαλά
σε χτίσανε στα χαμηλά
μες στου Θεού τη φτέρνα.
Στου μαχαλά τις γειτονιές
κρυφομιλάνε με τις νιες
τα παλληκάρια
κι εγώ δεν έχω νου σταλιά
γιατί μ’ αφήνει η κοπελιά
μόνο τα βράδια.
Φτωχομαχαλά, φτωχομαχαλά
σε χτίσανε στα χαμηλά
μες στου Θεού τη φτέρνα
κι όλες οι χαρές κι όλες οι χαρές
οι πίκρες μας κι οι συμφορές
στραγγίζουνε σε σένα.
Τα παλληκάρια τα σκληρά
κλέβουν ματιές απ’ την κυρά
μες στα σεργιάνια
κάνουν γι’ αυτήν παλικαριές
και λαμπαδιάζουν οι καρδιές
σαν πυροφάνια.
|
Ftochomachalá, ftochomachalá
se chtísane sta chamilá
mes stu Theu ti ftérna.
Stu machalá tis gitoniés
krifomiláne me tis nies
ta pallikária
ki egó den écho nu staliá
giatí m’ afíni i kopeliá
móno ta vrádia.
Ftochomachalá, ftochomachalá
se chtísane sta chamilá
mes stu Theu ti ftérna
ki óles i charés ki óles i charés
i píkres mas ki i simforés
strangizune se séna.
Ta pallikária ta sklirá
klévun matiés ap’ tin kirá
mes sta sergiánia
kánun gi’ aftín palikariés
ke labadiázun i kardiés
san pirofánia.
|