Πέταξε, φτερούγισε η ανάσα μου μετάνοια
κράτησα το βήμα μου τα μάτια σου να δω,
πάνω μου η ζωή σου ανεμίζει επιφάνεια,
μέσα σου γεννήθηκα, λοιπόν τελειώνω εδώ
Φως, φως
ποιος αντέχει τόση ανατολή
φως, φως
έρωτά μου αλήθεια κι απειλή
ποια οργή ποια μυστική χαρά
κάψαν του θανάτου τα φτερά,
κι ελπίζω
Το ηλιοβασίλεμα τα σύννεφα εξαπτέρυγα
γύρω από το σώμα σου του κόσμου οι φυλές
να ‘βρισκε η ψυχή μου στον παράδεισο μια πτέρυγα,
να σε κρύψω αγάπη μου σε μυθικές αυλές
Φως, φως
ποιος αντέχει τόση ανατολή
φως, φως
έρωτά μου αλήθεια κι απειλή
ποια οργή, ποια μυστική χαρά
κάψαν του θανάτου τα φτερά,
κι ελπίζω
|
Pétakse, fterugise i anása mu metánia
krátisa to víma mu ta mátia su na do,
páno mu i zoí su anemízi epifánia,
mésa su genníthika, lipón telióno edó
Fos, fos
pios antéchi tósi anatolí
fos, fos
érotá mu alíthia ki apilí
pia orgí pia mistikí chará
kápsan tu thanátu ta fterá,
ki elpízo
To iliovasílema ta sínnefa eksaptériga
giro apó to sóma su tu kósmu i filés
na ‘vriske i psichí mu ston parádiso mia ptériga,
na se krípso agápi mu se mithikés avlés
Fos, fos
pios antéchi tósi anatolí
fos, fos
érotá mu alíthia ki apilí
pia orgí, pia mistikí chará
kápsan tu thanátu ta fterá,
ki elpízo
|