Δεν ξέρω ο δρόμος που θα βγάλει
κι αν θέλω να ’μαι μακριά σου
σε λίγο κάπου ξημερώνει
κρατάς το φως στην αγκαλιά σου.
Νιώθω το πείσμα μου να χάνει
και πια μετρώ τα βήματά μου
ό, τι μπορούσα το έχω κάνει
θα ’πρεπε να ’σαι εδώ κοντά μου.
Δεν ξέρω ακόμα τι είναι αυτό
που έχει μέσα μου πια μείνει
αν είναι το «όχι» που πονά
ή αυτό το «ναι» που ακόμα σβήνει
Δεν ξέρω ακόμα τι είναι αυτό
που θέλει μέσα μου να ζήσει
είναι η φωτιά που ακόμα αντέχει
ή αυτή η πληγή που έχει ανοίξει.
Της λογικής μου το ταξίδι
μ’ άφησε πίσω να διστάζω
κι όσο πιο μέσα μου κοιτάζω
στα ίδια δύσκολα με κλείνει.
Κι αυτό το πείσμα μου που χάνει
κλειδώνει την ψυχή μου απ’ έξω
ό, τι μπορούσα το έχω κάνει
δεν ξέρω πια τι να πιστέψω.
|
Den kséro o drómos pu tha vgáli
ki an thélo na ’me makriá su
se lígo kápu ksimeróni
kratás to fos stin agkaliá su.
Niótho to pisma mu na cháni
ke pia metró ta vímatá mu
ó, ti borusa to écho káni
tha ’prepe na ’se edó kontá mu.
Den kséro akóma ti ine aftó
pu échi mésa mu pia mini
an ine to «óchi» pu poná
í aftó to «ne» pu akóma svíni
Den kséro akóma ti ine aftó
pu théli mésa mu na zísi
ine i fotiá pu akóma antéchi
í aftí i pligí pu échi aniksi.
Tis logikís mu to taksídi
m’ áfise píso na distázo
ki óso pio mésa mu kitázo
sta ídia dískola me klini.
Ki aftó to pisma mu pu cháni
klidóni tin psichí mu ap’ ékso
ó, ti borusa to écho káni
den kséro pia ti na pistépso.
|