Με θάρρος που σκοτώνει
σαν ρόδι στο κενό με σπας,
να κλάψω δε σηκώνει
αφού ούτε τώρα δεν ξεσπάς,
τόσα χειρόγραφα μ’ ένα σπίρτο πως τα καις,
στα υστερόγραφα θα πουν πολλά οι ενοχές.
Για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
κύλησες σε άλλη από μια ρωγμή,
για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
δίχως να βουρκώσεις ούτε μια στιγμή,
για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
μ’ έδωσες στα χέρια, πάλι, της βροχής,
για φαντάσου, στο σημείωμά σου,
μόνο ένα γεια σου είχες να μου πεις.
Με κάτι με συγκρίνεις,
το νήμα κόβεις με οργή,
τα ρούχα που αφήνεις
αιτία για βαθιά πληγή,
τούτο το Σάββατο που τ’ όνειρό μου πια δε ζω,
φέρνεις το θάνατο εσύ που μ’ έμαθες να ζω.
Για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
κύλησες σε άλλη από μια ρωγμή,
για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
δίχως να βουρκώσεις ούτε μια στιγμή,
για φαντάσου, φεύγεις, για φαντάσου,
μ’ έδωσες στα χέρια, πάλι, της βροχής,
για φαντάσου, στο σημείωμά σου,
μόνο ένα γεια σου είχες να μου πεις.
|
Me thárros pu skotóni
san ródi sto kenó me spas,
na klápso de sikóni
afu ute tóra den ksespás,
tósa chirógrafa m’ éna spírto pos ta kes,
sta isterógrafa tha pun pollá i enochés.
Gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
kílises se álli apó mia rogmí,
gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
díchos na vurkósis ute mia stigmí,
gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
m’ édoses sta chéria, páli, tis vrochís,
gia fantásu, sto simiomá su,
móno éna gia su iches na mu pis.
Me káti me sigkrínis,
to níma kóvis me orgí,
ta rucha pu afínis
etía gia vathiá pligí,
tuto to Sávvato pu t’ óniró mu pia de zo,
férnis to thánato esí pu m’ émathes na zo.
Gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
kílises se álli apó mia rogmí,
gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
díchos na vurkósis ute mia stigmí,
gia fantásu, fevgis, gia fantásu,
m’ édoses sta chéria, páli, tis vrochís,
gia fantásu, sto simiomá su,
móno éna gia su iches na mu pis.
|