Κι αν έσβησε σαν όσκιος τ’ όνειρό μου
κι αν έχασα για πάντα τη χαρά
κι αν σέρνομαι στ’ ακάθαρτα του δρόμου
πουλάκι με σπασμένα τα φτερά.
Κι αν έχει, πριν ανοίξει, το λουλούδι
στον κήπο της καρδιάς μου μαραθεί
το λεύτερο που εσκέφτηκα τραγούδι
κι ας ξέρω πως ποτέ δε θα ειπωθεί.
Κι αν έθαψα την ίδια τη ζωή μου
βαθιά μέσα στον πόνο που πονώ
καθάρια πως ταράζεται η ψυχή μου
σαν βλέπω το μεγάλο ουρανό.
Η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη
και ογραίνοντας την άμμο το πρωί
μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι
μου λέει για κάποια που ‘ζησα ζωή.
|
Ki an ésvise san óskios t’ óniró mu
ki an échasa gia pánta ti chará
ki an sérnome st’ akátharta tu drómu
puláki me spasména ta fterá.
Ki an échi, prin aniksi, to luludi
ston kípo tis kardiás mu marathi
to leftero pu eskéftika tragudi
ki as kséro pos poté de tha ipothi.
Ki an éthapsa tin ídia ti zoí mu
vathiá mésa ston póno pu ponó
kathária pos tarázete i psichí mu
san vlépo to megálo uranó.
I thálassa san érchete megáli
ke ogrenontas tin ámmo to pri
mu léi gia kápio gnórimo akrogiáli
mu léi gia kápia pu ‘zisa zoí.
|