Κάπου σε ξέρω, κάπου σε θυμάμαι
που να ‘ταν άραγε δεν ξέρω,
δεν ξέρω τώρα πια…
Τώρα που τίποτα δε μου ανήκει
τώρα που δεν ανήκω πουθενά…
Άσε με να φιλήσω τα σιωπηλά σου χείλη,
το είχα ακούσει στο κοχύλι
μια νύχτα δίπλα στη φωτιά
πως δεν υπάρχει νόημα
πως δεν τραβάμε πουθενά
Μένει μονάχα λίγο φως
και λίγο αλάτι στα μαλλιά
και του Αυγούστου τα φιλιά
κι ο κόσμος ο ανεξήγητος
δε μας λογαριάζει…
Κι η αγάπη που αν την ψάξεις
αντέχει μόνο μια στιγμή
έτσι όπως δεν αντέχουν τα παιχνίδια για πολύ,
στην περιέργεια των παιδιών και την τυφλή βιασύνη
η αγάπη αντέχει μια στιγμή
κι ύστερα σβήνει…
κι ύστερα σβήνει…
|
Kápu se kséro, kápu se thimáme
pu na ‘tan árage den kséro,
den kséro tóra pia…
Tóra pu típota de mu aníki
tóra pu den aníko puthená…
Άse me na filíso ta siopilá su chili,
to icha akusi sto kochíli
mia níchta dípla sti fotiá
pos den ipárchi nóima
pos den traváme puthená
Méni monácha lígo fos
ke lígo aláti sta malliá
ke tu Avgustu ta filiá
ki o kósmos o aneksígitos
de mas logariázi…
Ki i agápi pu an tin psáksis
antéchi móno mia stigmí
étsi ópos den antéchun ta pechnídia gia polí,
stin periérgia ton pedión ke tin tiflí viasíni
i agápi antéchi mia stigmí
ki ístera svíni…
ki ístera svíni…
|