Πως αντέχεις και περνάς απ’ τ’ όνειρο
καπνίζοντας άχρηστους ανέμους;
Δε φοβάσαι φαίνεται τη νύχτα των αγγέλων
ούτε γνωρίζεις βέβαια τη γλώσσα της βροχής.
Αλλιώς θ’ άναβες στο φεγγαράκι προσευχή
και θ’ άκουγες το μυστικό τραγούδι της καρδιάς μου.
Πως αντέχεις και περνάς απ’ τ’ όνειρο
πιστεύοντας σε άδικα φεγγάρια;
Δε θυμάσαι π’ άστραψες στη δίνη του καιρού μου
ούτε ξεχνάς τη θάλασσα την ώρα του βοριά.
Ξανά σέρνεις το σιωπηλό σου χορό
και χύνεσαι σαν κεραυνός που παίρνει και το φως μου.
|
Pos antéchis ke pernás ap’ t’ óniro
kapnízontas áchristus anémus;
De fováse fenete ti níchta ton angélon
ute gnorízis vévea ti glóssa tis vrochís.
Alliós th’ ánaves sto fengaráki prosefchí
ke th’ ákuges to mistikó tragudi tis kardiás mu.
Pos antéchis ke pernás ap’ t’ óniro
pistevontas se ádika fengária;
De thimáse p’ ástrapses sti díni tu keru mu
ute ksechnás ti thálassa tin óra tu voriá.
Ksaná sérnis to siopiló su choró
ke chínese san keravnós pu perni ke to fos mu.
|