Απόψε για χατίρι σου τα ντέρτια μου γλεντάω,
στων αθανάτων τη στοά μ’ ένα χορό κεντάω.
Απόψε για χατίρι μου ως το πρωί θα μπλέξεις,
στις γειτονιές του φεγγαριού μπουζούκι θα μου παίξεις.
Ματάκια μου θλιμμένα μου, σε βλέπω και παθαίνω,
πυκνοκατοικημένα μου ματάκια μου, πεθαίνω.
Ματάκια μου ρεμπέτικα, φεγγάρι και βαρκάδα,
για κοίτα κάτι έρωτες που βγάζει η Ελλάδα.
Απόψε για χατίρι σου τον πόνο ξεπαγιάζω,
κάνω παρέα το Θεό και σαν παιδί αγιάζω.
Απόψε για χατίρι μου να αμαρτήσεις θέλω,
να γίνεις ο Ρωμαίος μου, να παίξεις τον Οθέλλο.
|
Apópse gia chatíri su ta ntértia mu glentáo,
ston athanáton ti stoá m’ éna choró kentáo.
Apópse gia chatíri mu os to pri tha bléksis,
stis gitoniés tu fengariu buzuki tha mu peksis.
Matákia mu thlimména mu, se vlépo ke patheno,
piknokatikiména mu matákia mu, petheno.
Matákia mu rebétika, fengári ke varkáda,
gia kita káti érotes pu vgázi i Elláda.
Apópse gia chatíri su ton póno ksepagiázo,
káno paréa to Theó ke san pedí agiázo.
Apópse gia chatíri mu na amartísis thélo,
na ginis o Romeos mu, na peksis ton Othéllo.
|