Μια του κλέφτη δυο του κλέφτη
Τρεις και το `σκασε
Κι αμ’ δε που θα πιαστεί
Το ξύπνιο το πουλί.
Για κοίτα το στο δρόμο, παρέα με το νόμο
Χορεύουν πάνω στο δικό σου ώμο.
Κάτω από άγρια κουμάντα
Όσοι σολάρουμε στην μπάντα
Μα όμως κάποιων το βιολί
Ποτέ δε λέει ν’ ακουστεί.
Κουρνιάζει μόνη της η σκέψη
Και η ψυχή για να τα αντέξει
Να πουληθεί στην αγορά
Για μιας δεκάρας τη χαρά.
Σε μια χάση και μια φέξη να ρεφάρουμε
Ο λύκος στο μαντρί και φτου κι απ’ την αρχή
άλλοι πουλάνε ιδέες και άλλοι ορχιδέες
Χορτάσαμε μπαγιάτικες και νέες.
|
Mia tu kléfti dio tu kléfti
Tris ke to `skase
Ki am’ de pu tha piasti
To ksípnio to pulí.
Gia kita to sto drómo, paréa me to nómo
Chorevun páno sto dikó su ómo.
Káto apó ágria kumánta
Όsi solárume stin bánta
Ma ómos kápion to violí
Poté de léi n’ akusti.
Kurniázi móni tis i sképsi
Ke i psichí gia na ta antéksi
Na pulithi stin agorá
Gia mias dekáras ti chará.
Se mia chási ke mia féksi na refárume
O líkos sto mantrí ke ftu ki ap’ tin archí
álli puláne idées ke álli orchidées
Chortásame bagiátikes ke nées.
|