Μόνη, πάλι μόνη
τάχα λέω το φέρσιμό σου με πληγώνει
Αφού το ξέρω, το ξέρω
πόσο μ’ αρέσει, να μ’ αρέσει να υποφέρω
Παίζω με τον πόνο
και μετά κάνω πως τάχα μετανιώνω
Δε φταίνε οι άλλοι που ίσως κλαίω
και δυστυχώς η αλήθεια είναι αυτή που λέω
Θέλω εγώ
δεν εξηγείται αλλιώς παρά πως θέλω εγώ
να υποφέρω
Και γι’ αυτό
ούτε εσύ μου φταις ούτε οι άλλοι, φταίω εγώ
τώρα το ξέρω
Δε ρωτώ
ούτε τολμάω να ρωτήσω τι είναι αυτό
που μου συμβαίνει
Καθετί
που μου ομορφαίνει τη ζωή
να θέλω πάντα να πεθαίνει
Μόνη, πάλι μόνη
πως μου αρέσει αυτή η φράση, πάλι μόνη
|
Móni, páli móni
tácha léo to férsimó su me pligóni
Afu to kséro, to kséro
póso m’ arési, na m’ arési na ipoféro
Pezo me ton póno
ke metá káno pos tácha metanióno
De ftene i álli pu ísos kleo
ke distichós i alíthia ine aftí pu léo
Thélo egó
den eksigite alliós pará pos thélo egó
na ipoféro
Ke gi’ aftó
ute esí mu ftes ute i álli, fteo egó
tóra to kséro
De rotó
ute tolmáo na rotíso ti ine aftó
pu mu simveni
Kathetí
pu mu omorfeni ti zoí
na thélo pánta na petheni
Móni, páli móni
pos mu arési aftí i frási, páli móni
|