Νύχτα χαρακώνει τη νύχτα
κάποιου τρένου η σφυρίχτρα
και του κόσμου η βοή
στάζει το παράπονο στάζει
και τους δυο μας χαράζει
με σπασμένο γυαλί
Τα ωραία μας χρόνια και οι όμορφες μέρες
μας γαζώνουν σαν σφαίρες σ’ έναν τοίχο μπροστά
νύχτα θα ξανάρθει η νύχτα
και του τρένου η σφυρίχτρα θα μας βρει χωριστά
Πίκρα πόση ήπιαμε πίκρα
ούτε εγώ δεν το βρήκα
ούτε εσύ δεν το λες
βρέχει μες στα μάτια σου βρέχει
κι η καρδιά δεν αντέχει να σε βλέπει να κλαις
|
Níchta charakóni ti níchta
kápiu trénu i sfiríchtra
ke tu kósmu i voí
stázi to parápono stázi
ke tus dio mas charázi
me spasméno gialí
Ta orea mas chrónia ke i ómorfes méres
mas gazónun san sferes s’ énan ticho brostá
níchta tha ksanárthi i níchta
ke tu trénu i sfiríchtra tha mas vri choristá
Píkra pósi ípiame píkra
ute egó den to vríka
ute esí den to les
vréchi mes sta mátia su vréchi
ki i kardiá den antéchi na se vlépi na kles
|