Νερό μη ρίχνεις στη φωτιά,
παρανομία μου γλυκιά.
Mη μετανιώσεις, καρδιά μου,
με τύψεις μη ζεις άλλο πια.
Στο κάτω κάτω της γραφής
αυτό που κάνουμε εμείς
είναι αλήθεια, χαρά μου,
και πάψε στο ψέμα να ζεις.
Στον κόσμο αυτό που ζούμε
μην έχεις ενοχές,
οι ένοχοι κερδίζουν
τις πιο πολλές φορές.
Μην πιάνεσαι κορόιδο
και δίνεις αφορμές,
κανένας δε θα ζήσει,
μωρό μου, δυο φορές.
Με το “περίμενε” δεν ζεις,
μέσα στους δύο κι ένας τρεις.
Αυτά συμβαίνουν, καρδιά μου,
στον έρωτα όλης της γης.
Το τυχερό σου μην πετάς,
αφού το ξέρω μ’ αγαπάς,
τον πυρετό μου σαράντα, ψυχή μου,
τις νύχτες τον πας.
|
Neró mi ríchnis sti fotiá,
paranomía mu glikiá.
Mi metaniósis, kardiá mu,
me típsis mi zis állo pia.
Sto káto káto tis grafís
aftó pu kánume emis
ine alíthia, chará mu,
ke pápse sto pséma na zis.
Ston kósmo aftó pu zume
min échis enochés,
i énochi kerdízun
tis pio pollés forés.
Min piánese koróido
ke dínis aformés,
kanénas de tha zísi,
moró mu, dio forés.
Me to “perímene” den zis,
mésa stus dío ki énas tris.
Aftá simvenun, kardiá mu,
ston érota ólis tis gis.
To ticheró su min petás,
afu to kséro m’ agapás,
ton piretó mu saránta, psichí mu,
tis níchtes ton pas.
|