Τα φώτα χαμηλά ατμόσφαιρα θολή
στο πιάνο η μοναξιά παλεύει ν’ ακουστεί
αχόρταγα κορμιά υπόγεια ηδονή
παιχνίδια πονηρά με μια αλλοδαπή
κι ό,τι βγει.
Χαμένοι ταξιδιώτες χωρίς αποσκευή
λιωμένοι στρατιώτες με ανοιχτή πληγή
κορίτσια της ανάγκης με βλέμμα από γυαλί
κι ο Σάββας που ‘χει πάρει ξανά αναστολή, το παιδί!
Στου δρόμου τα μισά έμεινα μόνος μου
παρέα η μοναξιά εγώ κι ο πόνος μου
φυλάξου μια φωνή και μη ρωτάς γιατί
οχτώμισι χιλιάδες το φιλί.
Γελάνε τα παιδιά ουρλιάζει ένα σκυλί
στα περιπολικά πληρώνεται η σιωπή
τραβάω στα βαθιά και σπάει η κλωστή
αλήτισσα καρδιά σε ξόδεψα πολύ ενοχή…
Τα γκάζια ανοιχτά η άσφαλτος υγρή
αγόρι μου φωτιά φανάρι κι αρπαχτή
σειρήνες κι αστυνόμοι γιατροί περαστικοί
σε μένα λέω συγγνώμη μα εσύ `σαι η αφορμή
βρε ζωή.
|
Ta fóta chamilá atmósfera tholí
sto piáno i monaksiá palevi n’ akusti
achórtaga kormiá ipógia idoní
pechnídia ponirá me mia allodapí
ki ó,ti vgi.
Chaméni taksidiótes chorís aposkeví
lioméni stratiótes me anichtí pligí
korítsia tis anágkis me vlémma apó gialí
ki o Sávvas pu ‘chi pári ksaná anastolí, to pedí!
Stu drómu ta misá émina mónos mu
paréa i monaksiá egó ki o pónos mu
filáksu mia foní ke mi rotás giatí
ochtómisi chiliádes to filí.
Geláne ta pediá urliázi éna skilí
sta peripoliká plirónete i siopí
traváo sta vathiá ke spái i klostí
alítissa kardiá se ksódepsa polí enochí…
Ta gkázia anichtá i ásfaltos igrí
agóri mu fotiá fanári ki arpachtí
sirínes ki astinómi giatri perastiki
se ména léo singnómi ma esí `se i aformí
vre zoí.
|