Κρατάν δυο μέρες τα χαμόγελα κι εδώ
κι ύστερα σπάνε και σκορπάνε λίγο λίγο.
Θα κλείσει η αυλαία, θα τα μαζέψω και θα πω,
“πάλι ήρθ’ η ώρα για να φύγω”.
Ξανά στους δρόμους, μια καινούργια διαδρομή,
πάνω στου χρόνου τις στροφές, στου νου τη ζάλη
και θα πιαστώ από ένα απόγευμα μικρό
κι από μια νύχτα πιο μεγάλη.
Πάντα θα φεύγω
και θα γυρίζω πιο χλωμός και πιο μεγάλος
ώσπου μια μέρα
δε θα `μαι αυτός που είχε φύγει μοναχός,
δε θα `μαι αυτός,
δε θα `μ’ αυτός που είχε φύγει μοναχός,
μα ένας άλλος…
Και σαν θα ψάχνω σκόρπιες φράσεις και στιγμές
μέσα σε γνώριμες γωνιές μα και σε ξένες,
δε θα `ναι εκεί μέσα στης νύχτας τη βουή,
μα θα `ναι στ’ όνειρο κρυμμένες.
Πάντα θα φεύγω
και θα γυρίζω πιο χλωμός και πιο μεγάλος
ώσπου μια μέρα
δε θα `μαι αυτός που είχε φύγει μοναχός,
δε θα `μαι αυτός,
δε θα `μ’ αυτός που είχε φύγει μοναχός,
μα ένας άλλος…
Πάντα θα φεύγω
και θα γυρίζω πιο χλωμός και πιο μεγάλος
ώσπου μια μέρα
δε θα `μαι αυτός που είχε φύγει μοναχός,
δε θα `μαι αυτός,
δε θα `μ’ αυτός που είχε φύγει μοναχός,
μα ένας άλλος…
|
Kratán dio méres ta chamógela ki edó
ki ístera spáne ke skorpáne lígo lígo.
Tha klisi i avlea, tha ta mazépso ke tha po,
“páli írth’ i óra gia na fígo”.
Ksaná stus drómus, mia kenurgia diadromí,
páno stu chrónu tis strofés, stu nu ti záli
ke tha piastó apó éna apógevma mikró
ki apó mia níchta pio megáli.
Pánta tha fevgo
ke tha girízo pio chlomós ke pio megálos
óspu mia méra
de tha `me aftós pu iche fígi monachós,
de tha `me aftós,
de tha `m’ aftós pu iche fígi monachós,
ma énas állos…
Ke san tha psáchno skórpies frásis ke stigmés
mésa se gnórimes goniés ma ke se ksénes,
de tha `ne eki mésa stis níchtas ti vuí,
ma tha `ne st’ óniro krimménes.
Pánta tha fevgo
ke tha girízo pio chlomós ke pio megálos
óspu mia méra
de tha `me aftós pu iche fígi monachós,
de tha `me aftós,
de tha `m’ aftós pu iche fígi monachós,
ma énas állos…
Pánta tha fevgo
ke tha girízo pio chlomós ke pio megálos
óspu mia méra
de tha `me aftós pu iche fígi monachós,
de tha `me aftós,
de tha `m’ aftós pu iche fígi monachós,
ma énas állos…
|