Πάρε με νύχτα να κρυφτώ
με κυνηγά ο πόνος,
έλα βοήθα μια καρδιά
που την σπαράζει η ερημιά
κι απελπισμένος περπατώ
και σαν την πίκρα μόνος.
Πως υπάρχει τέτοιος πόνος
δεν το φανταζόμουνα
την ζωή μου εγώ για σένα
ορκιζόμουνα.
Πάρε με νύχτα να κρυφτώ
ποτέ μη ξημερώσει
το προδομένο μου κορμί
το φως της μέρας μη το δει
την πίκρα που ‘χω στην καρδιά
άνθρωπος μη τη νιώσει.
Πως υπάρχει τέτοιος πόνος
δεν το φανταζόμουνα
την ζωή μου εγώ για σένα
ορκιζόμουνα.
|
Páre me níchta na kriftó
me kinigá o pónos,
éla voítha mia kardiá
pu tin sparázi i erimiá
ki apelpisménos perpató
ke san tin píkra mónos.
Pos ipárchi tétios pónos
den to fantazómuna
tin zoí mu egó gia séna
orkizómuna.
Páre me níchta na kriftó
poté mi ksimerósi
to prodoméno mu kormí
to fos tis méras mi to di
tin píkra pu ‘cho stin kardiá
ánthropos mi ti niósi.
Pos ipárchi tétios pónos
den to fantazómuna
tin zoí mu egó gia séna
orkizómuna.
|