Όταν επήγαινα στο Δημοτικό
έτρωγα σουβλάκια και γλυκά,
ήνουνα ερωτευμένος
με μία σταρ του σινεμά,
με μια Αμερικάνα, με μια Αμερικάνα.
Όταν επήγα στο γυμνάσιο
έκανα όλο αλητείες
έτσι με κλείσανε στο άσυλο
γιατί πουλούσα γυμνές φωτογραφίες
με μια Αμερικάνα, με μια Αμερικάνα.
Κι όταν με ντύσανε στο πεζικό
είπα θα στρώσω, παύλα και τελεία
θα βρω κορίτσι σπιτικό
θα `μαι στην τσίλια ώσπου να κάτσει ευκαιρία
με μια Αμερικάνα, με μια Αμερικάνα.
Τώρα πως έμπλεξα μην τα ρωτάς,
το μεροκάματο μου τρώει τα συκώτια
δουλεύω εκεί στον Πειραιά
για μια εταιρία που μου `γινε κυρία
για μια Αμερικάνα, για μια Αμερικάνα.
Για μια Αμερικάνα, για μια Αμερικάνα.
|
Όtan epígena sto Dimotikó
étroga suvlákia ke gliká,
ínuna erotevménos
me mía star tu sinemá,
me mia Amerikána, me mia Amerikána.
Όtan epíga sto gimnásio
ékana ólo alities
étsi me klisane sto ásilo
giatí pulusa gimnés fotografíes
me mia Amerikána, me mia Amerikána.
Ki ótan me ntísane sto pezikó
ipa tha stróso, pavla ke telia
tha vro korítsi spitikó
tha `me stin tsília óspu na kátsi efkería
me mia Amerikána, me mia Amerikána.
Tóra pos ébleksa min ta rotás,
to merokámato mu trói ta sikótia
dulevo eki ston Pireá
gia mia etería pu mu `gine kiría
gia mia Amerikána, gia mia Amerikána.
Gia mia Amerikána, gia mia Amerikána.
|