Τι να ξεχάσω και πως
ο τάφος τους είναι νωπός
μπροστά μου ζούνε ακόμα
με το δικό μου τρέχουνε σώμα
με το δικό μου ουρλιάζουνε στόμα.
Τι να ξεχάσω και πως
ραγίζει ο λογισμός
ουρλιάζαν τ’ ασθενοφόρα
έπεσε φονικό στη χώρα
αίμα το αίμα τους γυρεύει τώρα.
Τι να ξεχάσω και πως
σαν κρύσταλλο σπάει ο καιρός
μιλάω για τον δολοφόνο
πλέει η καρδιά μου γι’ αυτόν στον πόνο
μέσα του έκανε πρώτα το φόνο.
|
Ti na ksecháso ke pos
o táfos tus ine nopós
brostá mu zune akóma
me to dikó mu tréchune sóma
me to dikó mu urliázune stóma.
Ti na ksecháso ke pos
ragizi o logismós
urliázan t’ asthenofóra
épese fonikó sti chóra
ema to ema tus girevi tóra.
Ti na ksecháso ke pos
san krístallo spái o kerós
miláo gia ton dolofóno
pléi i kardiá mu gi’ aftón ston póno
mésa tu ékane próta to fóno.
|