Στη σκοτεινιά αυτού του κόσμου
έκρυψα τη μισή ζωή μου
κι ήταν σαν να ‘χασα το φως μου
ζώντας την άλλη τη μισή μου
Σ’ ένα καημό που με βαραίνει
σ’ ένα γιατί που με ματώνει,
γυρνά η σκέψη σαν χαμένη
και πάλι μέσα μου νυχτώνει
Σταμάτα, πόνε, τ’ αγκάλιασμά σου,
θολό ποτάμι το πέρασμα σου.
Στέρεψαν πια οι αντοχές μου,
άκου, Θεέ, άκου, Θεέ,
τις προσευχές μου
Στις παρυφές της ύπαρξής μου
κυλάει ο χρόνος προς τα πίσω,
μα τους ανθούς της άνοιξής μου
δεν ξέρω πια που να ζητήσω
Παγώνει ο τόπος που πατάω,
φεύγει η ζωή πριν την προφτάσω,
μέρα και νύχτα περπατάω
χωρίς ποτέ κάπου να φτάσω
Σταμάτα, πόνε, τ’ αγκάλιασμά σου,
θολό ποτάμι το πέρασμα σου.
Στέρεψαν πια οι αντοχές μου,
άκου, Θεέ, άκου, Θεέ,
τις προσευχές μου
|
Sti skotiniá aftu tu kósmu
ékripsa ti misí zoí mu
ki ítan san na ‘chasa to fos mu
zóntas tin álli ti misí mu
S’ éna kaimó pu me vareni
s’ éna giatí pu me matóni,
girná i sképsi san chaméni
ke páli mésa mu nichtóni
Stamáta, póne, t’ agkáliasmá su,
tholó potámi to pérasma su.
Stérepsan pia i antochés mu,
áku, Theé, áku, Theé,
tis prosefchés mu
Stis parifés tis íparksís mu
kilái o chrónos pros ta píso,
ma tus anthus tis ániksís mu
den kséro pia pu na zitíso
Pagóni o tópos pu patáo,
fevgi i zoí prin tin proftáso,
méra ke níchta perpatáo
chorís poté kápu na ftáso
Stamáta, póne, t’ agkáliasmá su,
tholó potámi to pérasma su.
Stérepsan pia i antochés mu,
áku, Theé, áku, Theé,
tis prosefchés mu
|