Προχθές αργά στο μπαρ το ναυάγιο
βρέθηκα να τα πίνω μ’ έναν άγιο
καθότανε στο διπλανό σκαμπό
και κοινωνούσε με ουίσκι και νερό
Του είπα παππούλη τι ζητάς εδώ
δεν είναι μέρος για έναν άγιο αυτό
μου είπε, τέκνον κάνεις μέγα λάθος
εδώ είναι ο φόβος των ανθρώπων και το πάθος
Κοίταξε γύρω του στεγνούς και μεθυσμένους
και μου είπε εγώ τους αγαπάω τους κολασμένους
αν θες ν’ αγιάσεις πρέπει ν’ αμαρτήσεις
ε κι αν προλάβεις, ας μετανοήσεις
Προχθές αργά στο μπαρ το ναυάγιο
βρέθηκα να τα πίνω μ’ έναν άγιο
καθότανε στο διπλανό σκαμπό
και κοινωνούσε με ουίσκι και νερό
καθότανε στο διπλανό σκαμπό
στο τέλος πλήρωσε και το λογαριασμό
|
Prochthés argá sto bar to nafágio
vréthika na ta píno m’ énan ágio
kathótane sto diplanó skabó
ke kinonuse me uíski ke neró
Tu ipa pappuli ti zitás edó
den ine méros gia énan ágio aftó
mu ipe, téknon kánis méga láthos
edó ine o fóvos ton anthrópon ke to páthos
Kitakse giro tu stegnus ke methisménus
ke mu ipe egó tus agapáo tus kolasménus
an thes n’ agiásis prépi n’ amartísis
e ki an prolávis, as metanoísis
Prochthés argá sto bar to nafágio
vréthika na ta píno m’ énan ágio
kathótane sto diplanó skabó
ke kinonuse me uíski ke neró
kathótane sto diplanó skabó
sto télos plírose ke to logariasmó
|