Το σύννεφο που φέρνει τη βροχή
φορτώθηκε απ’ το δικό μου δάκρυ
και μέσα στην ομίχλη θα χαθεί
το βλέμμα μου και η κρυφή αγάπη.
Το σύννεφο που φέρνει τη βροχή
είναι στα φλέβαρα σκαρφαλωμένο
και τώρα την αγάπη την κρυφή
πίσω απ’ το δάκρυ μου την περιμένω.
Σε κάποιο βλέμμα την ανταμώνω
η αγάπη κρύβεται στα μάτια μόνο
γιατί στο σύννεφο το βλέμμα μου παγώνει
η αγάπη κρύβεται στα μάτια μόνη.
Το σύννεφο που φέρνει το χιονιά
τη νύχτα τις νυφάδες του απλώνει
και ντύνει την αγάπη στα λευκά
σαν όνειρο που κάποτε τελειώνει.
Το σύννεφο που έφερε ο βοριάς
με κοίταξε και χάθηκε στο ψέμα
κι η αγάπη στην ομίχλη της καρδιάς
μαζί με την αλήθεια και το βλέμμα.
|
To sínnefo pu férni ti vrochí
fortóthike ap’ to dikó mu dákri
ke mésa stin omíchli tha chathi
to vlémma mu ke i krifí agápi.
To sínnefo pu férni ti vrochí
ine sta flévara skarfaloméno
ke tóra tin agápi tin krifí
píso ap’ to dákri mu tin periméno.
Se kápio vlémma tin antamóno
i agápi krívete sta mátia móno
giatí sto sínnefo to vlémma mu pagóni
i agápi krívete sta mátia móni.
To sínnefo pu férni to chioniá
ti níchta tis nifádes tu aplóni
ke ntíni tin agápi sta lefká
san óniro pu kápote telióni.
To sínnefo pu éfere o voriás
me kitakse ke cháthike sto pséma
ki i agápi stin omíchli tis kardiás
mazí me tin alíthia ke to vlémma.
|